Κατηγορίες
Δράσεις

Mοίρασμα κειμένων με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτώβρη 1940

Η δικτατορία του Μεταξά (ελληνική εκδοχή του φασισμού) και
ο προμελετημένος Ελληνο-ιταλικός πόλεμος.

Το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο στον Ελλαδικό χώρο την περίοδο 1924-1936.
Είναι κοινά γνωστό ότι η περίοδος του μεσοπολέμου στην Ελλάδα, κυρίως την περίοδο 1924 – 1936, χαρακτηρίζεται από την κοινωνική & πολιτική αστάθεια με:
 την εκδίωξη του βασιλιά του Γεωργίου Β’ (1924),
 το πραξικόπημα του Πάγκαλου (1925),
 την ψήφιση του βενιζελικού νόμου «Ιδιώνυμο» (1929, νόμος που έδινε στο κράτος την εξουσία να τιμωρεί με συλλήψεις, φυλακίσεις και εξορίες τους κουμουνιστές και όσους συμμετείχαν σε κοινωνικούς αγώνες),
 την καταστροφική διαχείριση της οικονομίας και την χρεοκοπία του κράτους (1932),
 την επαναφορά της μοναρχίας (1935),
 τις κοινωνικές αναταράξεις και τις εργατικές εξεγέρσεις τον Μάιο του 1936 (με 12 εργάτες νεκρούς και 300 τραυματίες στην Θεσσαλονίκη) και
 τον διορισμό του Ιωάννη Μεταξά από τον βασιλέα Γεώργιο Β’ ως πρωθυπουργό και την από κοινού κήρυξη της δικτατορίας στις 4 Αυγούστου 1936, όπου αναστείλανε συγκεκριμένα άρθρα του συντάγματος και εγκαθίδρυσαν μια de facto δικτατορία, φοβούμενοι την γενική απεργία που είχε κηρυχθεί για την 5η Αυγούστου.

Το διεθνές κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο το 1936.
Στην Ευρώπη οι μεγάλες δυνάμεις είχαν ξεκινήσει τις ετοιμασίες για έναν δεύτερο παγκόσμιο εξουσιαστικό πόλεμο. Οι εξουσιαστές κάθε κράτους (βιομήχανοι, τραπεζίτες, εφοπλιστές, στρατιωτικοί…) κατάλαβαν ότι, βάζοντας τους ευρωπαίους εργάτες να αλληλοσκοτώνονται μεταξύ τους, θα απαλλάσσονταν από εκατομμύρια ταξικούς αντιπάλους και θα τελείωναν οριστικώς με το εργατικό κίνημα. Επίσης, σε περίπτωση νίκης, θα διεύρυναν και θα ισχυροποιούσαν την θέση τους σε παγκόσμιο επίπεδο. Αντιθέτως, οι λαϊκές μάζες της Ευρώπης είχαν τα πάντα να χάσουν και τίποτα να κερδίσουν από την επερχόμενη ανθρωποσφαγή. Ωστόσο, η εργατική τάξη δεν φάνηκε ικανή να αναπτύξει έναν ουσιαστικό διεθνιστικό αντιμιλιταριστικό λόγο και βρέθηκε χωρίς αμυντικούς μηχανισμούς απέναντι στα σχέδια των κρατιστών. Έτσι, χωρίς οι κοινωνίες να δείξουν τις απαραίτητες ιδεολογικές αντιστάσεις, οι κυβερνόντες κατάφεραν να συσπειρώσουν γύρω από τις έννοιες του «έθνους» και της «πατρίδας» τους κατοίκους κάθε χώρας, χρησιμοποιώντας τους σαν αναλώσιμο υλικό για την επερχόμενη σφαγή.

Η δικτατορία του Μεταξά (ελληνική εκδοχή του φασισμού) και η Εθνική Οργάνωση Νεολαίας (ΕΟΝ).
Ο Μεταξάς δημιούργησε έναν μηχανισμό κρατικής ασφάλειας, λογοκρισίας και υπηρεσιών ασφαλείας, που στόχευε στον διαρκή έλεγχο των ενημερωτικών, καλλιτεχνικών και εκπαιδευτικών κύκλων της χώρας. Διακήρυξε το νέο κράτος ως «Γ’ Ελληνικό Πολιτισμό», του οποίου η κοινωνία έπρεπε να θυμίζει αντίστοιχη της αρχαίας Σπάρτης, της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας, με βάση τη στρατιωτική πειθαρχεία.

Λίγους μήνες μετά το καθεστώς της 4ης Αυγούστου 1936, ο Μεταξάς θα ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ανάπτυξη της στρατιωτικής συνείδησης της νεολαίας με απώτερο στόχο να την γαλουχήσει με τις ιδέες του δικτατορικού του καθεστώτος. Ως όργανα για την επίτευξη των σκοπών του θα χρησιμοποιήσει γιορτές και παρελάσεις. Για πρώτη φορά στον Ελλαδικό χώρο επέβαλε τη σχολική παρέλαση, που συνδέθηκε απόλυτα με τη στρατιωτική˙ η απουσία των μαθητών θεωρήθηκε αξιόποινη πράξη, ισοδύναμη με την παράβαση στρατιωτικού καθήκοντος.
Η επίσημη ίδρυση της ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας) αναφέρεται στις 7 Νοέμβρη 1937 και οι πρώτοι πυρήνες που την απαρτίζουν ανήκουν σε φασιστικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνταν πριν τη δικτατορία και ακολουθούσαν πιστά τη συνταγή του Χίτλερ και του Μουσολίνι. Το φασιστικό μοντέλο που θαύμαζε ο δικτάτορας προέβλεπε κάθετη στρατιωτική οργάνωση της νεολαίας και έδινε ιδιαίτερο βάρος στις “γυμναστικές επιδείξεις”, στις “παρατάξεις”, στις “παρελάσεις” και στις “λαμπαδηφορίες”. Οι Νεολαίοι είχαν τους βαθμούς Σκαπανείς (8-14 ετών) και Φαλαγγίτες (14-25 ετών). Τα μέλη της φορούσαν χαρακτηριστικές στολές μπλε σκούρου χρώματος και χαιρετούσαν φασιστικά.

Ο προμελετημένος Ελληνο-ιταλικός πόλεμος
Το Σεπτέμβρη του 1939 ξεκινάει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος με την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία. Η Ιταλία εισβάλει τον Απρίλη του ‘39 στην Αλβανία και η Ελλάδα, φυσικά, δεν θα μείνει ανεπηρέαστη. Ο προμελετημένος Ελληνο-ιταλικός πόλεμος παραπλάνησε τον λαό και τους έλληνες στρατιώτες απέναντι στον πανίσχυρο στρατό της φασιστικής Ιταλίας (χωρίς να υποτιμούμε τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπισαν κατά τη διάρκεια του «έπους του ΄40» και το θάρρος που έδειξαν οι παραπλανημένοι από την πολιτική των εξουσιαστών). Αυτοί υπήρξαν θύματα ενός πολιτικού σχεδιασμού ανακατανομής της κυριαρχίας και του πλούτου, όντας βορά στην εξουσιαστική απληστία. Καμία, λοιπόν, νίκη δεν χάρηκαν οι έλληνες, εκτός και αν κάποιοι αρκούνται σε μία «πύρρειο» με μπόλικη δόση προπαγάνδας. Και αυτή η θλιβερή πραγματικότητα φανερώθηκε εξ ολοκλήρου όταν άρχισε η επίθεση των γερμανών από τη νότια Γιουγκοσλαβία (τώρα Σκόπια). Από εκείνη τη στιγμή τα ελληνικά στρατεύματα της Ηπείρου βρέθηκαν να βάλλονται ανηλεώς. Η γερμανική υπεροπλία, η κόπωση των ελλήνων φαντάρων και η απροθυμία του αγγλικού κράτους να δώσει ουσιαστικές μάχες στον ελλαδικό χώρο (σκοπεύοντας να θυσιάσει τους άγγλους στρατιώτες στη βόρεια Αφρική προς δόξαν της Αγγλικής κυριαρχίας) προδιέγραφε μία τεράστιου μεγέθους αιματοχυσία.
Παρόλα αυτά, ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ στο διάγγελμα του την 6η Απριλίου 1941 καλεί τον ελληνικό λαό και στρατό να υπερασπισθούν τον ελλαδικό χώρο, ενώ, στην πραγματικότητα, τους θυσίαζε, προς χάριν της υποχωρήσεως με ασφάλεια από το ελληνικό έδαφος των βρετανικών στρατευμάτων, της οικογένειάς του, των υπουργών και ανώτερων δημοσίων υπαλλήλων, που ήδη εγκατέλειπαν τη χώρα, ζητώντας από τους στρατιώτες να σκοτωθούν για να σωθούν τα «εθνικά σύμβολα». Ο αντιστράτηγος Τσολάκογλου αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι η κυβέρνηση ανέβαλε τις εντολές για συντεταγμένη υποχώρηση με αποτέλεσμα η ασφαλής υποχώρηση, λόγω αναβλητικότητας, από ένα σημείο και μετά να είναι ανέφικτη, οδηγώντας το στράτευμα σε ολέθριες καταστάσεις. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της σφαγής αρκεί να αναφερθεί ότι οι ανθρώπινες απώλειες την μεγάλη εβδομάδα του 1941 (14-16 Απριλίου) ήταν διπλάσιες από τις συνολικές ανθρώπινες απώλειες από την έναρξη του πολέμου μέχρι τις 10 Απριλίου του ΄41. Όσοι από τους στρατιώτες είχαν εξαπατηθεί ή αυταπατηθεί κατεβλήθησαν από απογοήτευση, όχι μόνο από την μη ενίσχυση από τις βρετανικές δυνάμεις, αλλά και από την «έλλειψιν στοργής και ενδιαφέροντος από το Κέντρον» (ο Τσολάκογλου εννοεί την κυβέρνηση στην Αθήνα). Ο ίδιος ξεκίνησε τη συνθηκολόγηση, με πλήρη επίγνωση της πραγματικότητας και του γεγονότος ότι οι φαντάροι, όχι μόνο λιποτακτούσαν, αλλά έστρεφαν τα όπλα τους εναντίον των αξιωματικών και σε κάποιες περιπτώσεις τους πυροβολούσαν, ότι ολόκληρα τμήματα μεραρχιών διαλύονταν, ότι γενικότερα επικρατούσε «αναρχία» και, τέλος, ότι μία ολόκληρη γενιά θα σφαζόταν και όλος ο ελλαδικός χώρος θα μεταβαλλόταν «εις απέραντον νεκροταφείον», εάν δεν γινόταν αυτή η διαδικασία.

ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ, το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο:
ΟΙ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΕΙΝΑΙ ΣΦΑΓΕΙΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ.
Στην περίπτωση, μάλιστα, της «ένδοξης» 28ης Οκτωβρίου 1940, είναι συνταρακτικό το γεγονός ότι οι κυβερνώντες δεν είχαν τον παραμικρό ενδοιασμό να οδηγήσουν στην εξόντωση χιλιάδες ανθρώπους, προκειμένου να διασφαλίσουν τα συμφέροντα των εκάστοτε κυρίαρχων (στη συγκεκριμένη περίπτωση της Αγγλικής κυριαρχίας).

Το κείμενο για 28 Οκτωβρίου 1940.pdf

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *